ἐξήγειρα

ἐξήγειρα
ἐξεγείρω
awaken
aor ind act 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εξεγείρω — εξήγειρα και εξέγειρα, εξεγέρθηκα, εξεγερμένος 1. εξάπτω, εξοργίζω, προκαλώ τη βίαιη αντίδραση: Η βαριά φορολογία θα εξεγείρει τους εργαζόμενους. 2. ξεσηκώνω σε επανάσταση, κάνω κάποιο να επαναστατήσει: Ο Υψηλάντης εξήγειρε τους Έλληνες. 3. το… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εξεγείρω — εξεγείρω, εξήγειρα βλ. πίν. 143 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”